Θα πάρω μιαν ανηφοριά,
Θα πάρω μονοπάτια,
να βρω τα σκαλοπάτια,
που παν στη Λευτεριά.
Θ' αφήσω αδέλφια συγγενείς,
την μάνα, τον πατέρα,
μεσ' τα λαγκάδια πέρα,
και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη λευτεριά,
θα 'χω παρέα μόνη,
κατάλευκο το χιόνι,
βουνά και ρεματιές,
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά,
θα 'ρθει το καλοκαίρι,
τη λευτεριά να φέρει,
σε πόλεις και χωριά,
Θα πάρω μιαν ανηφοριά,
θα πάρω μονοπάτια,
να βρω τα σκαλοπάτια,
που παν' στη Λευτεριά,
Τα σκαλοπάτια θ' ανεβώ,
θα μπω σ' ένα παλάτι,
το ξέρω θα 'ν' απάτη,
δεν θά 'ναι αληθινό,
Μες το παλάτι θα γυρνώ,
ώσπου να βρω το θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο,
να κάθεται σ' αυτόν,
Κόρη πανώρια θα της πω ,
άνοιξε τα φτερά σου,
και πάρε με κοντά σου,
μονάχα αυτό ζητώ,
Γεια σας παλιοί συμμαθηταί!
Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας.
Κι όποιος θελήσει για να βρει έναν χαμένο αδελφό,
έναν παλιό του φίλο,
Ας πάρη μιαν ανηφοριά,
ας πάρη μονοπάτια,
να βρή τα σκαλοπάτια,
που παν στη Λευτεριά.
5 Δεκεμβρίου 1955
Σελίδα λογοτεχνίας
0 comments:
Post a Comment